Clock

Πλατίκα 

Επιστημονική ονομασία :Scardinius erythrophthalmus

Η πλατίκα (γνωστή σε άλλες περιοχές ως κοκκινοφτέρα),    απαντάται σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη, από τα Πυρηναία         μέχρι τα Ουράλια και την περιοχή της λίμνης Αράλης.

Απουσιάζει από την Ιβηρική χερσόνησο, την Νότια Ιταλία, την Πελοπόννησο και τις πολύ βόρειες περιοχές της Eυρώπης (Σκωτία, κεντρική και βόρεια Σκανδιναβία και την βόρεια Ρωσία).

Η πλατίκα, μοιάζει και γι' αυτό συγχέεται πολλές φορές με το τσιρόνι, από το οποίο διακρίνεται κυρίως από το ψηλό και συμπιεσμένο πλευρικά σώμα της, τα έντονα κόκκινα μάτια της (από αυτό προήλθε και η επιστημονΙΚ11 ονομασία του είδους) και το ραχιαίο πτερύγιό της που βρίσκεται καθαρά πίσω από την αρχιι των κοιλιακών πτερυγίων.

Η ράχη της έχει χρώμα ανοιχτό λαδοπράσινο ενώ η κοιλιά υπόλευκο. Τα κάτω πτερύγια (θωρακικά, κοιλιακά, εδρικό) έχουν χρώμα κόκκινο, κυρίως στην βάση τους και το ραχιαίο εμφανίζει μια κόκκινη-ροζ απόχρωση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα χρώματα εm1ρεάζονται από το περιβάλλον και έτσι σε άλλες περιοχές μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο έντονα.

Τέλος πρέπει να αναφέρουμε και τα πολύ χαρακτηριστικά, οκτώ στον αριθμό, φαρυγγικά δόντια της. ζει σε λίμνες και ποτάμια με ήσυχα και καθαρά νερά, με μαλακό (αμμώδη ή λασπώδη) βυθό και με άφθονη υδρόβια βλάστηση.

Το μήκος της κυμαίνεται, αναλόγως των συνθηκών, μεταξύ 20 - 30 εκατοστών με μέσο βάρος 400-500 γραμ. (ηλικία 8- 10 καλοκαιριών). Το μέγιστο μήκος της πάντως μπορεί να φθάσει τα 40 εκατοστά.

Στην νότια Ελλάδα (Πελοπόννησος, Στερεά Ελλάδα) έχει περιγραφεί από τον αείμνηστο Έλληνα ιχθυολόγο Στεφανίδη, το είδος Scardinius graecus.

Ορισμένοι όμως το θεωρούν απλώς τοπική ποικιλία του κοινού είδους και όχι ξεχωριστό είδος. Οι βασικές διαφορές τους είναι ότι το νοτιοελλαδικό ψάρι έχει μεγαλύτερο ύψος σώματος και το ραχιαίο πτερύγιο ανασηκωμένο. Είναι γενικώς λίγο μεγαλύτερο από το κοινό είδος.

Η πλατίκα είναι κυρίως χορτοφάγο ψάρι και τρέφεται με βλαστούς και φύλλα υδρόβιων φυτών του βυθού. Παράλληλα, όταν δίνεται η ευκαιρία, τρέφεται και με διάφορους μικροσκοπικούς υδρόβιους ζωικούς οργανισμούς.

Η περίοδος αναπαραγωγής της πλατίκας είναι συνήθως τον Απρίλιο - Μάιο αλλά συχνά λόγω χαμηλής θερμοκρασίας των νερών μετατοπίζεται προς τον Ιούνιο και σε πολύ ψυχρές περιοχές μέχρι και τον Ιούλιο.

Το θηλυκό γεννάει 100.000 - 200.000 αυγά τα οποία προσκολλούνται στα φύλλα και τους βλαστούς των υδρόβιων φυτών. Η επώαση διαρκεί από 3 – 10 ημέρες, αναλόγως της θερμοκρασίας των νερών.

Μετά την εκκόλαψη, τα λεκιθοφόρα ιχθύδια παραμένουν προσκολλημένα στην επιφάνεια του φυτού και μόνον μετά την πλήρη απορρόφηση του λεκιθικού σάκκου απομακρύνονται και αρχίζουν την αναζήτηση της τροφής τους η οποία, στην φάση αυτή, αποτελείται αποκλειστικά από μικροσκοπικούς ζωοπλαγκτονικούς οργανισμούς. Η πλατίκα είναι έτοιμη για αναπαραγωγή προς το τέλος του 2ου ή 3ου  έτους της ηλικίας της.

Από πολλούς το κρέας της πλατίκας θεωρείται εξαιρετικό, παρά το γεγονός ότι έχει πολλά αγκάθια.

Το πλέον χαρακτηριστικό γνώρισμα της φυσιολογίας και συμπεριφοράς της πλατίκας είναι ότι σχηματίζει σχετικά εύκολα υβρίδια με πολλά συγγενικά είδη ψαριών όπως το τσιρόνι, τον κέφαλο, τη λεστιά κ.λ.π.