Clock

Ιταλικό 

Επιστημονική ονομασία : Carassius auratus gibelio

Το ιταλικό αποτελεί υποείδος του κοινού χρυσόψαρου που συναντάμε σε ενυδρεία, λιμνούλες, σιντριβάνια κ.λ.π. Η αρχική καταγωγή του είναι η Άπω Ανατολή (Κίνα), από την οποία μεταφέρθηκε στην Ευρώπη τον 17ο  αιώνα από τους Πορτογάλους ως διακοσμητικό ψάρι.

Από την Πορτογαλία διαδόθηκε αρχικά μεν στην Ισπανία και στην νότια Γαλλία, καθώς και την Ιταλία, στην συνέχεια δε. σε ολόκληρη την νότια και νοτιοανατολική Ευρώπη, όπου βαθμιαία επανήλθε σε άγρια κατάσταση.

Στην χώρα μας πιθανολογείται ότι έφθασε από την Ιταλία και μάλλον αυτός είναι ο λόγος που η κοινή ονομασία του είναι" ιταλικό".

Απαντάται σε όλα τα μεγάλα ποτάμια της Μακεδονίας και Θράκης, καθώς και στις λίμνες Βόλβη και Κορώνεια.

Πρόκειται για ψάρι στενά συγγενές με το γριβάδι και την πεταλούδα με έντονο ασημί χρώμα. Απαντάται σε λίμνες και ποτάμια με ήρεμα νερά και αργή ροή, με πυκνή βλάστηση και μαλακό (αμμώδη ή λασπώδη) βυθό.

Μπορεί να φθάσει (πολύ σπάνια) σε μήκος τα 45 εκατοστά και βάρος τα 3 κιλά. Συνήθως το μέγεθός του στο 50-60 έτος της ηλικίας φθάνει τα 20 εκατοστά περίπου.

Όπως προαναφέραμε το "ιταλικό" θεωρείται υποείδος του κοινού χρυσόψαρου (Carassius auratus) ενώ άλλοι το θεωρούν ως ξεχωριστό είδος (Carassius gibelio).

Είναι πάντως γεγονός ότι η τυπική μορφή του χρυσόψαρου που ζει στα νερά της Κίνας και Ιαπωνίας έχει λέπια με μεγαλύτερο μέγεθος με αποτέλεσμα να υπάρχει μικρότερος αριθμός λεπιών στην πλευρική γραμμή (26-28 λέπια) ενώ το ιταλικό έχει περισσότερα ( 28-32 ).

Η διατροφή του ιταλικού δεν διαφέρει από εκείνη της πεταλούδας και του κοινού χρυσόψαρου, αποτελούμενη κυρίως από φυτά και ζωικούς οργανισμούς του βυθού όπως μικρά καρκινοειδή και διάφορα είδη σκωλήκων.

Το ιταλικό παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως προς την

αναπαραγωγική           του       συμπεριφορά,  στην οποία       αξίζει να επιμείνουμε κάπως περισσότερο μια και εμφανίζει το φαινόμενο της Γυναικογένεσης δηλ. της παρθενογενετικής αναπαραγωγής ενός πληθυσμού χωρίς την ύπαρξη αρσενικών ατόμων του είδους, που σημαίνει ότι ο πληθυσμός αυτός έχει την δυνατότητα να πολλαπλασιάζεται χωρίς γονιμοποιημένα αυγά.

Πράγματι, έχει διαπιστωθεί ότι ενώ στην περιοχή της αρχικής καταγωγής του ιταλικού (Ανατολική Ασία) υπάρχουν πολλά αρσενικά όπως και θηλυκά άτομα στους πληθυσμούς αυτού του ψαριού, στους πολυάριθμους πληθυσμούς του ιταλικού των ευρωπαϊκών εσωτερικών νερών, δεν υπάρχει ούτε ένα αρσενικό. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αναπαραγωγή γίνεται ως εξής :

Τα γεννητικώς ώριμα θηλυκά αναμιγνύονται με πληθυσμούς άλλων συγγενικών ειδών ψαριών όπως κυπρίνους, πεταλούδες κ.λ.π. και πλησιάζουν τα αρσενικά αυτών των ειδών. Στην συνέχεια εναποθέτουν τα αυγά, τα οποία όμως δεν γονιμοποιούνται από το σπέρμα των ξένων αρσενικών, αλλά αυτή η επαφή τα διεγείρει βιολογικά με αποτέλεσμα να αρχίζουν την εξέλιξή τους και να αναπτύσσονται τελικώς σε κανονικά ιχθύδια αλλά όλα είναι μόνον θηλυκού γένους. Με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατόν να εξασφαλισθεί η επιβίωση ενός πληθυσμού από ένα και μόνον θηλυκό άτομο.

Αριθμός αυγών: 160.000 - 380.000 ανά θηλυκό, αναλόγως του βάρους και της ηλικίας. Συνήθως η εναπόθεση των αυγών γίνεται σε τρεις φάσεις και η ανάπτυξη των ιχθυδίων γίνεται με ταχύτερους ρυθμούς από την πεταλούδα.

Το ιταλικό είναι έτοιμο προς αναπαραγωγή σε ηλικία 3-4 ετών και με μήκος 15-20 εκατοστών. Η εποχή της αναπαραγωγής του είναι Απρίλιος - Μάιος όταν η θερμοκρασία των νερών είναι 18 – 20οC.

Τα νεαρά ιχθύδια έχουν στην αρχή γκρίζο ή λαδοπράσινο χρώμα, αλλά συνήθως από το 2ο  έτος της ηλικίας τους αρχίζει η αλλαγή του χρώματος.

Κατά κανόνα, λόγω του έντονου χρωματισμού τους, είναι δύσκολη η διατήρηση μεγάλων πληθυσμών ιταλικού σε νερά όπου αφθονούν πολλά αρπακτικά ψάρια, διότι είναι πολύ δύσκολο να κρυφτούν.